Λέων ΤρότσκιΑνάμεσα στους Κόκκινους και τους ΛευκούςΜαρξισμός και εθνικό ζήτημαΠροηγούμενο: Αυτοδιάθεση και επανάσταση |
Άλλο ένα ζήτημα πρέπει να ξεκαθαριστεί: πού στηρίζει η Δεύτερη Διεθνής το αίτημά της προς εμάς, τη Σοβιετική Ομοσπονδία, το Κομουνιστικό Κόμμα, να εκκενώσουμε τη Γεωργία; Ακόμη και αν παραδεχόμαστε ότι η Γεωργία καταλήφθηκε βίαια, και ότι αυτό το γεγονός είναι έκφραση του σοβιετικού ιμπεριαλισμού, τι δικαίωμα έχει ο Χέντερσον, ένα μέλος της Δεύτερης Διεθνούς, ένας πρώην υπουργός της Βρετανίας, να απαιτεί από το οργανωμένο σε κράτος προλεταριάτο, από την Τρίτη Διεθνή, από τον επαναστατικό κομουνισμό, να αφοπλίσουν τη σοβιετική Γεωργία "απλά για τα ενάρετά του μάτια"; Όταν ο κ. Τσώρτσιλ παρουσιάζει αυτά τα αιτήματα, κάνει επίσης μία σαφή χειρονομία δείχνοντας τις μακριές κάνες των κανονιοφόρων και το αγκαθωτό συρματόπλεγμα του αποκλεισμού. Σε τι στηρίζεται όμως ο κ. Χέντερσον; Μήπως στην Αγία Γραφή, σ' ένα κομματικό πρόγραμμα, ή στην προσωπική του ιστορία; Μα η Αγία Γραφή δεν είναι παρά ένας απλοϊκός μύθος, το πρόγραμμα του κ. Χέντερσον αν όχι απλοϊκός, είναι πάντως επίσης μύθος, και όσο για την ιστορία του, αυτή βέβαια αποτελεί κατηγορητήριο εναντίον του.
Όχι και τόσο παλιά, ο κ. Χέντερσον ήταν υπουργός μίας από τις δημοκρατίες, της δικής του - της βρετανικής δημοκρατίας. Γιατί λοιπόν δεν επέμεινε ώστε η δημοκρατία του, για την υπεράσπιση της οποίας ήταν έτοιμος να κάνει κάθε θυσία, συμπεριλαμβανομένης της αποδοχής ενός υπουργικού χαρτοφυλακίου από τον φιλελεύθερο-συντηρητικό Λόϋντ Τζωρτζ, να αρχίσει να θέτει σε εφαρμογή όχι τις δικές μας αρχές (προς θεού), αλλά τις δικές του - του κ. Χέντερσον; Γιατί δεν απαίτησε την αποχώρηση των στρατευμάτων από την Ινδία και την Αίγυπτο; Γιατί, την κατάλληλη στιγμή, δεν υποστήριξε τα αιτήματα των Ιρλανδών για την πλήρη απελευθέρωσή τους από το ζυγό της Βρετανίας;
Γνωρίζουμε ότι τόσο ο κ. Χέντερσον, όσο και ο Μακντόναλντ, όντως διαμαρτύρονται περιοδικά, εκδίδοντας μελαγχολικές αποφάσεις, ενάντια στις υπερβολές του βρετανικού ιμπεριαλισμού. Αλλά αυτές οι αδύναμες και χλιαρές διαμαρτυρίες ποτέ δεν απείλησαν, ούτε απειλούν τώρα, τα συμφέροντα του βρετανικού ιμπεριαλισμού και ποτέ δεν οδήγησαν, ούτε οδηγούν τώρα, σε θαρραλέα και αποφασιστική δράση. Είναι απλά προορισμένες να σώσουν τη συνείδηση των "σοσιαλιστών" πολιτών του κυρίαρχου έθνους, και να χρησιμεύσουν σαν διέξοδος για τη δυσαρέσκεια των Βρετανών εργατών. Δεν θα βοηθήσουν να σπάσουν οι αλυσίδες των αποικιακών σκλάβων. Οι διάφοροι Χέντερσον αντιμετωπίζουν τη βρετανική κυριαρχία πάνω στις αποικίες όχι σαν πολιτικό ζήτημα, αλλά σαν ένα γεγονός της φυσικής ιστορίας. Ποτέ δε δήλωσαν ότι οι Ινδοί, οι Αιγύπτιοι και άλλοι σκλαβωμένοι λαοί έχουν το δικαίωμα (σωστότερο, ότι είναι υποχρέωσή τους), να ξεσηκωθούν ένοπλα ενάντια στη βρετανική κυριαρχία. Ούτε δεσμεύτηκαν σαν "σοσιαλιστές" να δώσουν ένοπλη υποστήριξη στις αποικίες στον αγώνα τους για απελευθέρωση. Σ' αυτό το σημείο δεν μπορεί να υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι αυτό είναι ένα ζήτημα του πιο στοιχειώδους δημοκρατικού καθήκοντος, και αυτό για δύο λόγους: πρώτον επειδή οι αποικιακοί σκλάβοι αποτελούν αναμφισβήτητα τη συντριπτική πλειοψηφία, σε σχέση με την απειροελάχιστη κυρίαρχη βρετανική μειοψηφία. Δεύτερον, επειδή αυτή η ίδια μειοψηφία, και ειδικά το επίσημο σοσιαλιστικό τμήμα της, αναγνωρίζει τις αρχές της δημοκρατίας σαν την αρχή που οδηγεί την ύπαρξή της. Υπάρχει η Ινδία. Γιατί ο Χέντερσον δεν οργανώνει μία εξέγερση υπέρ της αποχώρησης των βρετανικών στρατευμάτων από την Ινδία; Γιατί βέβαια δεν μπορεί να υπάρχει πιο προφανής, τερατώδης και ξεδιάντροπη παραβίαση των νόμων της δημοκρατίας, από την υποδούλωση αυτής της τεράστιας και δυστυχισμένης χώρας στο βρετανικό καπιταλισμό! Μας φαίνεται ότι ο Χέντερσον, ο Μακντόναλντ και οι λοιποί, θα έπρεπε ακατάπαυστα να κρούουν τον κώδωνα, να απαιτούν, να καλούν, να καταγγέλλουν και να κηρύσσουν την επανάσταση στους Ινδούς και σε όλους τους Βρετανούς εργάτες ενάντια σε αυτό το απάνθρωπο τσαλαπάτημα όλων των αρχών της δημοκρατίας. Αλλά παραμένουν σιωπηλοί, ή, χειρότερα ακόμη, από καιρού εις καιρόν, με φανερή βαρεμάρα, υπογράφουν μια λογική απόφαση, η οποία είναι το ίδιο μπαγιάτικη και ανούσια όσο και ένα βρετανικό κήρυγμα, και έχει σαν στόχο του να αποδείξει ότι, αν και υποστηρίζουν την αποικιακή κυριαρχία, θα ήθελαν τα ρόδα της χωρίς τα αγκάθια, και ότι σε κάθε περίπτωση δεν είναι διατεθειμένοι να επιτρέψουν σε αυτά τα αγκάθια να τσιμπήσουν τα δάχτυλα των πιστών Βρετανών σοσιαλιστών. Για "δημοκρατικούς και πατριωτικούς" λόγους, ο Χέντερσον στρογγυλοκάθισε με τη μεγαλύτερη ηρεμία σε μια υπουργική πολυθρόνα, και δεν φάνηκε καθόλου να του περνάει από το μυαλό ότι αυτή η πολυθρόνα στηριζόταν στο πιο αντιδημοκρατικό βάθρο του κόσμου: - την κυριαρχία μίας αριθμητικά ασήμαντης καπιταλιστικής κλίκας, δια μέσου μερικών δεκάδων εκατομμυρίων Βρετανών, σε αρκετές εκατοντάδες εκατομμύρια έγχρωμων Ασιατών και Αφρικανών σκλάβων. Και, ακόμη χειρότερα, με τη δικαιολογία της υπεράσπισης αυτής της τερατώδους κυριαρχίας, της καλυμμένης κάτω από το μανδύα δημοκρατικών μορφών, ο Χέντερσον συνασπίστηκε με την ξεδιάντροπη στρατιωτική και αστυνομική δικτατορία του ρωσικού τσαρισμού. Στο βαθμό που ήσουν μέλος της βρετανικής πολεμικής κυβέρνησης, κ. Χέντερσον, ήσουν υπουργός του ρωσικού τσαρισμού. Μην το ξεχνάς αυτό!
Δεν θα πέρναγε βέβαια από το μυαλό του Χέντερσον να ζητήσει από τον Τσάρο, τον πάτρωνα και σύμμαχό του, να αποσύρει τις ρωσικές δυνάμεις από τη Γεωργία, ή από τα άλλα εδάφη που είχε σκλαβώσει. Εκείνη την εποχή, θα είχε χαρακτηρίσει ένα τέτοιο αίτημα σαν υπηρεσία στο γερμανικό μιλιταρισμό. Έβλεπε οποιοδήποτε επαναστατικό κίνημα στη Γεωργία, στραμμένο ενάντια στον Τσάρο, στο ίδιο φως που θα έβλεπε και μια εξέγερση στην Ιρλανδία, δηλ. σαν αποτέλεσμα γερμανικών δολοπλοκιών και γερμανικού χρυσού.
Στ' αλήθεια, νοιώθεις το κεφάλι σου να γυρνάει από όλες αυτές τις κραυγαλέες αντιφάσεις και τερατώδεις ασυνέπειες! Κι' όμως, είναι απόλυτα αναμενόμενες, γιατί η κυριαρχία της Βρετανίας, ή μάλλον η κυριαρχία των κυρίαρχων ανώτερων δέκα χιλιάδων της, αντιμετωπίζεται από τους διάφορους Χέντερσον όχι σαν ένα ζήτημα της πολιτικής, αλλά σαν ένα φαινόμενο της φυσικής ιστορίας. Αυτοί οι δημοκράτες, είναι ποτισμένοι μέχρι το μεδούλι με την ιδεολογία του εκμεταλλευτή, του ιδιοκτήτη φυτείας, του παράσιτου, του αντιδημοκράτη, σ' ότι αφορά τις ράτσες που διαφέρει το χρώμα του δέρματός τους, που δε διαβάζουν Σαίξπηρ και δε φοράνε σκληρά κολάρα. Έτσι, με όλο τον φαβιανό, αποστεωμένο και ανίκανο σοσιαλισμό τους, ήταν πάντοτε και θα είναι πάντα σκλάβοι της αστικής κοινής γνώμης.
Ενώ βαραίνουν τη συνείδησή τους η τσαρική Γεωργία, η Ιρλανδία, η Αίγυπτος, οι Ινδίες, τολμάνε να απαιτούν από εμάς, που είμαστε αντίπαλοι και όχι σύμμαχοί τους, να εγκαταλείψουμε τη σοβιετική Γεωργία; Κι' όμως, όσο περίεργο και να φαίνεται, αυτή η γελοία και απόλυτα ασυνεπής απαίτηση είναι μία ασυνείδητη έκφραση του σεβασμού των μικροαστών δημοκρατών προς την προλεταριακή δικτατορία. Υποσυνείδητα, ή μισοσυνειδητά, οι Χέντερσον & Σία λένε: "Φυσικά δεν μπορεί να περιμένει κανείς από την αστική δημοκρατία (της οποίας γινόμαστε υπουργοί όταν κληθούμε), να πάρει στα σοβαρά τη δημοκρατική αρχή της αυτοδιάθεσης. Δεν μπορεί κανείς να περιμένει από τους σοσιαλιστές αυτής της δημοκρατίας, ή από τους αξιοσέβαστους πολίτες του κυρίαρχου έθνους που κρύβουμε την δουλοκτησία μας με δημοκρατικές φαντασιώσεις, να βοηθήσουμε τους αποικιακούς σκλάβους ενάντια στους δουλοκτήτες τους. Αλλά εσείς, η επανάσταση, προσωποποιημένη στο προλεταριακό κράτος, είσαστε υποχρεωμένοι να κάνετε αυτό που εμείς, εξ' αιτίας της δειλίας μας, της ψευδολογίας και της υποκρισίας μας, είμαστε ανίκανοι να κάνουμε."
Με άλλα λόγια, ενώ τυπικά βάζουν τη δημοκρατία πάνω από όλα, αναγνωρίζουν, ηθελημένα ή αθέλητα, ότι μπορεί κανείς να θέσει αιτήματα στο προλεταριακό κράτος, που θα φαινόντουσαν γελοία ή και ηλίθια αν τα έθετε στην αστική δημοκρατία, της οποίας είναι υπουργοί ή πιστοί εκπρόσωποι.
Όμως, εκφράζουν αυτό τον αθέλητο σεβασμό για την προλεταριακή δικτατορία, την οποία απορρίπτουν, μ' έναν τρόπο ταιριαστό στις πολιτικές τους φαντασιοπληξίες. Απαιτούν από την δικτατορία να διατηρήσει και να υπερασπίσει την εξουσία της, όχι με τις δικές της μεθόδους, αλλά με τις μεθόδους τις οποίες (στα λόγια, όχι στην πράξη), θεωρούν υποχρεωτικές για την δημοκρατία, αλλά τις οποίες ποτέ δεν εφαρμόζουν αυτοί οι ίδιοι. Ασχοληθήκαμε ήδη με αυτό στο πρώτο μανιφέστο της Κομουνιστικής Διεθνούς. Οι εχθροί μας απαιτούν να μην υπερασπίσουμε τις ζωές μας με άλλο τρόπο παρά μόνο σύμφωνα με τους κανόνες της γαλλικής μονομαχίας - δηλαδή, με τους κανόνες που θέτουν οι εχθροί μας - αλλά δεν θεωρούν ότι αυτοί οι κανόνες δεσμεύουν και αυτούς στην πάλη τους ενάντιά μας.
Για να φρεσκάρει κανείς τη μνήμη του και να πάρει μια καθαρή ιδέα της πολιτικής των "δυτικών δημοκρατιών" σε σχέση με τις καθυστερημένες εθνότητες, και επίσης του ρόλου που παίζουν τα μέλη της Δεύτερης Διεθνούς στην πολιτική αυτή, θα 'πρεπε να διαβάσει τα απομνημονεύματα του M. Παλεολόγκ, πρώην Γάλλου πρεσβευτή στην αυλή του Τσάρου. Αν δεν υπήρχε τέτοιο βιβλίο, θα 'πρεπε να γραφτεί ένα. Θα 'πρεπε ακόμη και να εφεύρουμε τον ίδιο τον Παλεολόγκ αν δεν μας είχε απαλλάξει από αυτό τον κόπο με την έγκαιρη εμφάνισή του στο στίβο της λογοτεχνίας. Ο Παλεολόγκ είναι ένας πραγματικός εκπρόσωπος της Τρίτης Δημοκρατίας, με ένα βυζαντινό όνομα που πάει μαζί με την βυζαντινή του ψυχή. Το Νοέμβριο του 1914, στην πρώτη περίοδο του πολέμου, μία από τις κυρίες της αυλής, με "άνωθεν" εντολές (εμφανώς από την τσαρίνα), του έδωσε ένα ενάρετο χειρόγραφο μήνυμα από τον Ρασπούτιν. Ο M. Παλεολόγκ, εκπρόσωπος της δημοκρατίας, απάντησε στο εντυπωσιακό μήνυμα του Ρασπούτιν ως εξής:
Ο γαλλικός λαός, που είναι πολύ ευαίσθητος, καταλαβαίνει πολύ καλά ότι η αγάπη του ρωσικού λαού για την πατρίδα του, βρίσκει την ενσάρκωσή της στο πρόσωπο του Τσάρου.
Αυτό το γράμμα του δημοκράτη διπλωμάτη, γραμμένο με την πρόθεση να έρθει σε γνώση του Τσάρου, γράφτηκε 10 χρόνια μετά την 9η Ιανουαρίου του 1905[55], και 122 χρόνια μετά από την εκτέλεση από τη Γαλλική Δημοκρατία του Λουί Καπέ, ο οποίος κατά τα λεγόμενα των Παλεολόγκ της εποχής εκείνης, ήταν η ενσάρκωση της αγάπης του γαλλικού λαού για την πατρίδα του. Το περίεργο σε αυτή την υπόθεση, δεν είναι ότι ο M. Παλεολόγκ, ακολουθώντας τις πρακτικές της μυστικής διπλωματίας, βούτηξε εθελοντικά το δημοκρατικό του πρόσωπο στη λάσπη της αυλικής ίντριγκας, αλλά ότι από μόνος του έφερε αυτό το επονείδιστο γεγονός στην προσοχή αυτής της ίδιας δημοκρατίας την οποία με τέτοιο αξιοθρήνητο τρόπο εκπροσωπούσε στην αυλή του Ρασπούτιν. Και αυτό δεν τον εμπόδισε να παραμείνει μέχρι σήμερα διακεκριμένος πολιτικός υπηρέτης της "Δημοκρατίας", και να τοποθετείται σε σημαντικές θέσεις. Αυτό θα ήταν το απίστευτο, αν δεν γνωρίζαμε τις τάσεις της εξέλιξης της αστικής δημοκρατίας, που έφτασε στο ύψος του Ροβεσπιέρου, για να καταλήξει στον Παλεολόγκ.
Αυτή η ειλικρίνεια του πρώην πρέσβη κατά πάσαν πιθανότητα είναι μόνο ένας μανδύας για τη βυζαντινή πανουργία του. Μας λέει τόσα για να μη μας τα πει όλα. Ίσως μόνο αποκοιμίζει την περιέργεια και τις υποψίες μας. Ποιός μπορεί να ξέρει τι αιτήματα του έθεσε ο άστατος και παντοδύναμος Ρασπούτιν. Ποιος ξέρει τι μέσα χρειάστηκε να επινοήσει ο Παλεολόγκ για να προστατέψει τα συμφέροντα της Γαλλίας και του πολιτισμού;
Ένα τουλάχιστον πράγμα είναι βέβαιο: Ο M. Παλεολόγκ ανήκει σήμερα σε αυτή τη γαλλική πολιτική ομάδα η οποία είναι έτοιμη να πάρει όρκο ότι η σοβιετική εξουσία δεν αντιπροσωπεύει την πραγματική θέληση του ρώσικου λαού, και η οποία δηλώνει επίμονα ότι η επανασύναψη των σχέσεων με τη Ρωσία δε θα είναι δυνατή παρά μόνον όταν "κανονικοί δημοκρατικοί θεσμοί" παραδώσουν την κυβέρνηση της Ρωσίας στους Ρώσους Παλεολόγκ.
Ο πρεσβευτής της Γαλλικής Δημοκρατίας δεν ήταν μόνος του. Στο πλάι του ήταν ο Μπιουκάναν. Στις 13 Νοεμβρίου 1914, ο σερ Τζωρτζ Μπιουκάναν (σύμφωνα με τον Παλεολόγκ), είπε στον Σαζόνωφ: "Η κυβέρνηση της Αυτού Βρετανικής Μεγαλειότητος αναγνώρισε ότι το ζήτημα των στενών της Κωνσταντινούπολης πρέπει να λυθεί σύμφωνα με τις ρωσικές επιθυμίες. Είμαι στην ευχάριστη θέση να σας το ανακοινώσω." Έτσι θεμελιώθηκε το πρόγραμμα του πολέμου για το δίκαιο και την αυτοδιάθεση. Τέσσερις μέρες αργότερα ο Μπιουκάναν δήλωσε στον Σαζόνωφ: "Η βρετανική κυβέρνηση θα υποχρεωθεί να προσαρτήσει την Αίγυπτο. Θεωρεί ότι η ρωσική κυβέρνηση δεν θα προβάλλει αντίσταση σε αυτό." Ο Σαζόνωφ δεν καθυστέρησε να δώσει τη συγκατάθεσή του. Τρεις μέρες μετά από αυτό, ο Παλεολόγκ "θύμισε" στον Νικόλαο Β' ότι η Συρία και η Παλαιστίνη συνδεόντουσαν με τη Γαλλία με μία σειρά ιστορικών αναμνήσεων και επίσης με ηθικά και υλικά συμφέροντα. Αυτός, ο Παλεολόγκ, έλπιζε ότι η Μεγαλειότητά του θα ενέκρινε τα μέτρα που η κυβέρνηση της Δημοκρατίας θα έκρινε απαραίτητο να πάρει ώστε να διασφαλίσει αυτή την κληρονομιά.
"Oui, certes", ("Ναι, φυσικά"), ήταν η απάντηση της Αυτού Μεγαλειότητας. Τέλος, στις 12 Μαρτίου του 1915, ο Μπιουκάναν ζήτησε σε αντάλλαγμα της Κωνσταντινούπολης και των στενών, να παραχωρήσει η Ρωσία στη Μεγάλη Βρετανία το ουδέτερο τμήμα της Περσίας (το κομμάτι που δεν είχε ακόμη διαμελιστεί). Ο Σαζόνωφ απάντησε "C' est entendu" ("Εννοείται").
Έτσι δύο δημοκρατίες μαζί με το Τσαρικό καθεστώς, που εκείνο τον καιρό έλαμπε με το ανακλώμενο δημοκρατικό φως που πήγαζε από την Αντάντ, καθόρισαν τη μοίρα της Κωνσταντινούπολης, της Συρίας, της Παλαιστίνης, της Αιγύπτου και της Περσίας. Ο Σερ Τζωρτζ Μπιουκάναν ήταν τόσο άξιος εκπρόσωπος της Βρετανικής δημοκρατίας, όσο και ο Παλεολόγκ της Γαλλικής. Ο Μπιουκάναν παρέμεινε στο πόστο του μετά την πτώση του Νικόλαου Β'. Ο Χέντερσον, υπουργός της Αυτού Μεγαλειότητος και, αν δεν κάνουμε λάθος, Βρετανός σοσιαλιστής, ήρθε στην Πετρούπολη κατά τη διάρκεια του καθεστώτος του Κερένσκυ, με σκοπό να πάρει τη θέση του Μπιουκάναν (αν αυτό χρειαζόταν), επειδή κάποιος στη βρετανική κυβέρνηση είχε φανταστεί ότι θα έπρεπε να μιλάνε σε διαφορετικό τόνο στον Κερένσκυ απ' ότι στο Ρασπούτιν. Αφού έριξε μία ματιά στην Πετρούπολη ο Χέντερσον, ανακάλυψε ότι ο Μπιουκάναν ήταν ο σωστός άνθρωπος στη σωστή θέση, σαν αντιπρόσωπος της βρετανικής δημοκρατίας. Ο Μπιουκάναν αναμφισβήτητα είχε την ίδια γνώμη με το Χέντερσον, το σοσιαλιστή.
Ο Παλεολόγκ επεδείκνυε τους σοσιαλιστές "του" σαν παράδειγμα στους ανήσυχους τσαρικούς αξιωματούχους. Μιλώντας για τις ανακτορικές δολοπλοκίες του κόμη Βίττε για το γρήγορο τερματισμό του πολέμου, ο Παλεολόγκ δήλωσε στο Σαζάνωφ: "Δείτε τους δικούς μας σοσιαλιστές: είναι άψογοι" (σελ. 189). Αυτή η σύνοψη από τον Παλεολόγκ των κκ. Ρενοντέλ, Σομπά, Βαντερβέλντε και της κουστοδείας τους, είναι ακόμη και τώρα, ύστερα απ' όλα όσα περάσαμε, εντυπωσιακή. Ο Παλεολόγκ, έχοντας παραλάβει και προσεκτικά αποδεχτεί τις προτροπές του Ρασπούτιν, με τη σειρά του εξέφρασε στον τσαρικό υπουργό την αφ' υψηλού εκτίμησή του για τους Γάλλους σοσιαλιστές, και αναγνώρισε την ορθότητα της στάσης τους. Αυτά τα λόγια: "voyez nos socialistes - ils sont impeccables" ("Δείτε τους δικούς μας σοσιαλιστές: είναι άψογοι "), θα έπρεπε να γίνουν έμβλημα στο λάβαρο της Δεύτερης Διεθνούς, απ' το οποίο θα έπρεπε να έχουν αφαιρεθεί από καιρό τα λόγια "Προλετάριοι όλου του κόσμου, ενωθείτε", που δεν ταιριάζουν στο Χέντερσον περισσότερο απ' όσο ταιριάζει στον Παλεολόγκ ο φρυγικός σκούφος.
Οι Χέντερσον θεωρούν την κυριαρχία της αγγλοσαξωνικής φυλής πάνω σε όλες τις άλλες σαν ένα φυσικό γεγονός που διασφαλίζει την εξάπλωση του πολιτισμού. Γι' αυτούς το ζήτημα της αυτοδιάθεσης αρχίζει μόνο πέρα από τα όρια της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Αυτή η εθνική υπεροψία είναι ο κύριος κρίκος που ενώνει τους δυτικούς σοσιαλπατριώτες με τις αστικές τους τάξεις, δηλ. τους κάνει σκλάβους της αστικής τους τάξης.
Στην αρχή του πολέμου, ένας Γάλλος σοσιαλιστής, καθηγητής σε Ελβετικό πανεπιστήμιο, έδωσε την ακόλουθη απάντηση στο πολύ φυσικό ερώτημα πώς η συμμαχία με τον τσαρισμό μπορεί να συμβιβαστεί με την υπεράσπιση της δημοκρατίας: "Πρόκειται για τη Γαλλία, όχι τη Ρωσία. Σε αυτό τον αγώνα η Γαλλία είναι η ηθική δύναμη, ενώ η Ρωσία είναι η φυσική δύναμη". Το είπε αυτό σαν κάτι απόλυτα φυσικό, και χωρίς την παραμικρή συστολή για τον ξεδιάντροπο σωβινισμό της παρατήρησής του. Ένα-δυο μήνες μετά, κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης για το ίδιο θέμα στα γραφεία της "L' Humanite", στο Παρίσι, ανέφερα τα λόγια του Γάλλου καθηγητή στη Γενεύη.
"Έχει απόλυτο δίκιο", απάντησε ο τότε αρχισυντάκτης της εφημερίδας.
Αυτό μου φέρνει στο μυαλό τα λόγια του νεαρού Ρενάν - ότι ο θάνατος ενός Γάλλου είναι ένα ηθικό συμβάν, ενώ ο θάνατος ενός Κοζάκου (ο Ρενάν εννοούσε ενός Ρώσου), είναι ένα φυσικό γεγονός. Αυτή η τερατώδης εθνική υπεροψία έχει τα αίτιά της. Η γαλλική αστική τάξη είχε ήδη ένα ένδοξο ιστορικό παρελθόν τον καιρό που οι άλλοι λαοί ήταν ακόμη σε κατάσταση μισο-μεσαιωνικής βαρβαρότητας. Η βρετανική ήταν μπροστά ακόμη και από τη γαλλική στο άνοιγμα των δρόμων του νέου πολιτισμού. Από κει πηγάζει και η περιφρονητική στάση προς την υπόλοιπη ανθρωπότητα, την οποία αντιμετωπίζουν σαν κοπριά της ιστορίας. Με την αυτοπεποίθησή της, τον πλούτο της εμπειρίας της, την ποικιλία των πολιτιστικών της επιτευγμάτων, η βρετανική αστική τάξη εμπόδισε την ελεύθερη ηθική και πνευματική ανάπτυξη της εργατικής της τάξης, και δηλητηρίασε το μυαλό της με την ψυχολογία της κυρίαρχης τάξης.
Στο στόμα του Ρενάν, η φράση για τον Γάλλο και τον Κοζάκο ήταν η κυνική έκφραση της περηφάνιας μίας τάξης, τόσο υλικά όσο και πνευματικά ισχυρής. Η ίδια φράση, γυρισμένη το μέσα-έξω από έναν Γάλλο σοσιαλιστή, δήλωνε την δουλοπρέπεια του γαλλικού σοσιαλισμού, την πνευματική του εξάντληση, την καθαρά λακέδικη εξάρτηση του από τα πνευματικά ψίχουλα που πέφτουν από το πλούσιο τραπέζι της μπουρζουαζίας.
Αν ο Παλεολόγκ, αναμασώντας τη φράση του Ρενάν, λέει ότι ο θάνατος ενός Γάλλου αποτελεί ασύγκριτα μεγαλύτερη απώλεια για τον πολιτισμό από το θάνατο ενός Ρώσου, είναι ένας τρόπος να πει (ή τουλάχιστον ν' αφήσει να εννοηθεί), ότι ο θάνατος στο μέτωπο, ενός Γάλλου χρηματιστή, εκατομμυριούχου, καθηγητή, δικηγόρου, διπλωμάτη ή δημοσιογράφου, είναι μία ανυπολόγιστα μεγαλύτερη απώλεια για τον πολιτισμό από το θάνατο ενός επίσης Γάλλου, τορναδόρου, υφαντουργού, οδηγού ή αγρότη. Το ένα είναι λογική συνέπεια του άλλου. Το εθνικό αριστοκρατικό αίσθημα είναι από τη φύση του αντίθετο στο σοσιαλισμό - όχι με την χριστιανική, ισοπεδωτική έννοια ότι όλα τα έθνη, όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι στη ζυγαριά της κουλτούρας, αλλά με την έννοια ότι το εθνικό αριστοκρατικό αίσθημα, στενά δεμένο με τον αστικό συντηρητισμό, κατευθύνεται απόλυτα και ολοκληρωτικά ενάντια στην επαναστατική ανατροπή, η οποία μόνη μπορεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις ενός ανώτερου πολιτισμού. Η εθνική αριστοκρατία αξιολογεί την πολιτιστική αξία των ανθρώπινων όντων από τη σκοπιά του παρελθόντος. Ο σοσιαλισμός εξετάζει την πολιτιστική αξία των ανθρώπινων όντων από τη σκοπιά του μέλλοντος. Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί το γεγονός ότι ο Γάλλος διπλωμάτης Παλεολόγκ ακτινοβολεί περισσότερες αφομοιωμένες γνώσεις απ' ότι, για παράδειγμα, ένας αγρότης από την επαρχία του Ταμπώφ. Όμως, από την άλλη μεριά, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι ο αγρότης του Ταμπώφ, ο οποίος με το ραβδί του κυνήγησε τους γαιοκτήμονες και τους διπλωμάτες, έθεσε τα θεμέλια ενός νέου και ανώτερου πολιτισμού. Ο Γάλλος εργαζόμενος και ο Γάλλος αγρότης, χάρη στον ψηλότερο πολιτισμό τους, θα το πετύχουν καλύτερα αυτό, και θα προοδεύσουν πιο γρήγορα.
Εμάς τους Ρώσους μαρξιστές, χάρη στην καθυστερημένη ανάπτυξη της Ρωσίας, δε μας βάραινε μία ισχυρή αστική κουλτούρα. Ενωθήκαμε με τον ευρωπαϊκό πνευματικό πολιτισμό, όχι διαμέσου της αξιοθρήνητης εθνικής μας αστικής τάξης, αλλά ανεξάρτητα: Αφομοιώσαμε τα πιο επαναστατικά συμπεράσματα της ευρωπαϊκής εμπειρίας και της ευρωπαϊκής σκέψης, και τα αναπτύξαμε στον ψηλότερο βαθμό. Αυτό έδωσε κάποια πλεονεκτήματα στη γενιά μας. Ας το δηλώσουμε ανοιχτά: Ο ειλικρινής και βαθύς ενθουσιασμός με τον οποίο κοιτάζουμε τα προϊόντα της βρετανικής διάνοιας στις πιο διαφορετικές σφαίρες της ανθρώπινης δημιουργικής προσπάθειας, απλά τονίζει οξύτερα και πιο αλύπητα την ειλικρινή και βαθιά περιφρόνηση με την οποία αντιμετωπίζουμε την πνευματική στενοκεφαλιά, τη θεωρητική κοινοτοπία και την έλλειψη επαναστατικής αξιοπρέπειας, που χαρακτηρίζουν τους επίσημους ηγέτες του βρετανικού σοσιαλισμού. Δεν είναι οι κήρυκες ενός νέου κόσμου - είναι μόνον επιζόντα απομεινάρια μιας παλιάς κουλτούρας, που εκφράζει στο πρόσωπό τους την αγωνία για το μέλλον της. Και η πνευματική στειρότητα αυτών των υπολειμμάτων δείχνει να είναι ένα είδος τιμωρίας για το πλουσιοπάροχο και άσωτο παρελθόν της αστικής κουλτούρας..
Το αστικό πνεύμα έχει αφομοιώσει κάποια από τα μεγάλα πολιτιστικά επιτεύγματα της ανθρωπότητας. Τώρα πια όμως είναι το κύριο εμπόδιο στην ανάπτυξη του ανθρώπινου πολιτισμού.
Μία από τις κύριες αρετές του κόμματός μας, που το καθιστά τον ισχυρότερο μοχλό ανάπτυξης της εποχής που διανύουμε, έγκειται στην πλήρη και απόλυτη ανεξαρτησία του από την αστική κοινή γνώμη. Αυτά τα λόγια σημαίνουν περισσότερα απ' ότι δείχνουν σε πρώτη ματιά. Χρειάζονται να εξηγηθούν. Ειδικά αν φέρουμε στο μυαλό μας ένα τόσο άχαρο κομμάτι του ακροατηρίου, όσο η Δεύτερη Διεθνής. Κάθε επαναστατική σκέψη, ακόμη και η απλούστερη αλήθεια, πρέπει εδώ να καρφωθεί γερά και με εξαιρετική προσοχή.
Η αστική κοινή γνώμη είναι ένας πυκνός ψυχολογικός ιστός που καλύπτει απ' όλες τις πλευρές τα όπλα και τα όργανα της αστικής βίας, προστατεύοντάς τα τόσο από τυχαία χτυπήματα, όσο και από το μοιραίο επαναστατικό χτύπημα, που σε τελευταία ανάλυση είναι αναπόφευκτο. Η ενεργή αστική κοινή γνώμη αποτελείται από δύο μέρη: πρώτον, από κληρονομημένες αντιλήψεις, γνώμες και προκαταλήψεις που αντιπροσωπεύουν την συσσωρευμένη πείρα του παρελθόντος, ένα παχύ στρώμα βολικών κοινοτοπιών και χρήσιμης βλακείας. Και δεύτερον, από τον περίπλοκο μηχανισμό και τον έξυπνο χειρισμό τον απαραίτητο για να κινητοποιηθούν το πατριωτικό πάθος και η ηθική αγανάκτηση, ο εθνικός ενθουσιασμός, τα αλτρουιστικά αισθήματα και άλλα τέτοια ψέματα και απάτες.
Αυτός είναι ο γενικός τύπος. Αλλά κάποια επεξηγηματικά παραδείγματα είναι απαραίτητα. Όταν στη χτυπημένη από λιμό Ρωσία, ένας καντέ δικηγόρος, που με χρηματοδότηση από τη Βρετανία ή τη Γαλλία, βοήθησε να φτιαχτεί μία θηλιά για το λαιμό της εργατικής τάξης, πεθαίνει από τύφο σε μια φυλακή της ερημωμένης από την πείνα Ρωσίας, ο τηλέγραφος και ο ασύρματος της αστικής κοινής γνώμης παράγουν έναν αριθμό δονήσεων παραπάνω από επαρκή για να ξεσηκώσουν ένα κύμα αγανάκτησης στην κατάλληλα προετοιμασμένη συνείδηση της συλλογικής κας Σνόουντεν. Είναι φανερό ότι όλη η διαβολική δουλειά των αστικών ασύρματων και καλωδίων θα ήταν άχρηστη αν το κρανίο των μικροαστών δεν χρησίμευε σαν συσκευή φωνογράφου.
Ας πάρουμε άλλο ένα παράδειγμα: Το λιμό στο Βόλγα. Στην τωρινή του χωρίς προηγούμενο καταστροφική μορφή, αυτός ο λιμός, είναι τουλάχιστον κατά το ήμισυ αποτέλεσμα του εμφύλιου πόλεμου που ξεσήκωσαν στο Βόλγα οι Τσεχοσλοβάκοι και ο Κολτσάκ, αυτοί δηλαδή τους οποίους οργάνωσαν και συντήρησαν το αγγλο-αμερικάνικο και γαλλικό κεφάλαιο. Αυτή η ξηρασία έπεσε σε ένα έδαφος που είχε ήδη εξαντληθεί και ερειπωθεί, απογυμνωμένο από υποζύγια και αγροτικά μηχανήματα, και άλλα αποθέματα. Εμείς, από την άλλη μεριά, ρίξαμε στη φυλακή μερικούς δικηγόρους και αξιωματικούς (πράγμα που σε καμία περίπτωση δεν εμφανίζουμε σαν υπόδειγμα ανθρωπισμού), και η αστική Ευρώπη και Αμερική προσπάθησε να εμφανίσει το σύνολο της Ρωσίας, με τα εκατοντάδες εκατομμύρια κατοίκους, σαν μία απέραντη φυλακή. Μας περικύκλωσαν με έναν τοίχο αποκλεισμού, ενώ μέσω των πληρωμένων λευκοφρουρών πρακτόρων τους ανατίναζαν, πυρπολούσαν και κατέστρεφαν τα λιγοστά αποθέματά μας. Αν υπάρχει κανείς που να χειρίζεται τη ζυγαριά της καθαρής ηθικής, ας ζυγιάσει τα αυστηρά μέτρα που πήραμε στον αγώνα ζωής και θανάτου που διεξάγαμε ενάντια σε ολόκληρο τον κόσμο, με τις συμφορές που ο παγκόσμιος καπιταλισμός εξαπέλυσε στα κεφάλια των μανάδων του Βόλγα, με μόνο στόχο την είσπραξη απλήρωτων τόκων στα δάνειά του,. Κι' όμως, η μηχανή της αστικής κοινής γνώμης δουλεύει τόσο συστηματικά, και με τέτοια υπεροπτική υποκρισία, ο κρετινισμός της μεσαίας τάξης αντιπροσωπεύει ένα τόσο πολύτιμο αντηχείο, που η κα Σνόουντεν καταλήγει ν' αδειάζει το πλεονάζον ανθρώπινο έλεός της... στους δύστυχους καταπιεσμένους πράκτορες του ιμπεριαλισμού στη χώρα μας.
Ο ευλαβικός σεβασμός προς την κοινή γνώμη είναι ένα εμπόδιο στη δραστηριότητα των κοινωνικών αναμορφωτών ακόμη πιο αξεπέραστο και από τους αστικούς νόμους. Μπορεί να καταχωρηθεί σαν νόμος των σύγχρονων καπιταλιστικών κυβερνήσεων, ότι όσο πιο "δημοκρατικό" και "φιλελεύθερο" είναι το καθεστώς τους, τόσο πιο ευυπόληπτοι είναι οι εθνικοί τους σοσιαλιστές, και πιο βλακώδης η υποταγή του εργατικού κόμματος στην κοινή γνώμη της αστικής τάξης. Γιατί να έχει κανείς έναν εξωτερικό αστυνομικό πάνω από τον κ. Μακντόναλντ, όταν υπάρχει ένας εσωτερικός μέσα στην ψυχή του;
Εδώ δεν πρέπει να παρακάμψουμε το ζήτημα, που και μόνο η αναφορά σε αυτό αποτελεί απειλή στην ευυποληψία. Μιλάμε για τη θρησκεία. Δεν πάει πολύς καιρός που ο Λόϋντ Τζωρτζ απεκάλεσε την εκκλησία κεντρική κινητήρια δύναμη όλων των κομμάτων και των ρευμάτων, δηλαδή του συνόλου της αστικής κοινής γνώμης. Αυτό είναι ιδιαίτερα σωστό σε σχέση με τη Βρετανία. Όχι βέβαια με την έννοια ότι ο Λόϋντ Τζωρτζ αντλεί την πραγματική έμπνευση για την πολιτική του από τη θρησκεία, ή ότι το μίσος του Τσώρτσιλ για τη Σοβιετική Ρωσία οφείλεται στην επιθυμία του να εισέλθει στη Βασιλεία των Ουρανών, ή ότι τα σημειώματα του Λόρδου Κέρζον αντιγράφονται απ' ευθείας από την επί του όρους ομιλία. Όχι βέβαια! Η κινητήρια δύναμη της πολιτικής τους είναι τα τελείως εγκόσμια συμφέροντα της αστικής τάξης που τους έβαλε στην εξουσία. Αλλά αυτή η "κοινή γνώμη", η μόνη που μπορεί να κάνει δυνατή την ομαλή λειτουργία του μηχανισμού του κυβερνητικού εξαναγκασμού, βρίσκει τους κύριους πόρους της στη θρησκεία. Τα νομικά δεσμά που έχουν μπει πάνω στους ανθρώπους, τις τάξεις και την κοινωνία στο σύνολό της, σαν ένα είδος ιδεολογικού μαστίγιου, είναι απλά η χωρίς φιοριτούρες εφαρμογή των θρησκευτικών δεσμών - αυτού του ουράνιου μαστίγιου που επικρέμεται στα κεφάλια της καταπιεσμένης ανθρωπότητας. Στο κάτω-κάτω, μάταια θα προσπαθήσει κανείς να επιβάλει σε έναν άνεργο λιμενεργάτη την πίστη στην ιερότητα της δημοκρατικής νομιμότητας με τη δύναμη των τυπικών επιχειρημάτων. Το πρώτο που χρειάζεται εδώ είναι υλικά επιχειρήματα - ένας αστυνομικός με βαρύ κλομπ στη γη, και από πάνω του - ο υπέρτατος αστυφύλακας, οπλισμένος με τον κεραυνό, στον ουρανό. Αλλά όταν ακόμη και στα μυαλά των "σοσιαλιστών" ο φετιχισμός της αστικής νομιμότητας είναι αξεδιάλυτα δεμένος με τον φετιχισμό της εποχής των Δρυίδων, έχουμε σαν αποτέλεσμα αυτό τον ιδανικό εσωτερικό αστυνομικό, με τη βοήθεια του οποίου η αστική τάξη (τουλάχιστο για ένα διάστημα) μπορεί να επιτρέψει στον εαυτό της την πολυτέλεια της σχεδόν απόλυτης τήρησης του δημοκρατικού τελετουργικού.
Όταν μιλάμε για τις προδοσίες των σοσιαλ-μεταρρυθμιστών, σε καμία περίπτωση δεν θέλουμε να πούμε ότι όλοι τους, ή έστω η πλειοψηφία τους, είναι απλά εξαγορασμένοι. Αν ήταν έτσι, δεν θα ήταν κατάλληλοι για το σοβαρό ρόλο που τους έχει εναποθέσει η αστική κοινωνία. Είναι ακόμη άνευ σημασίας το να μαντέψουμε σε ποιο βαθμό η ματαιοδοξία ενός άνθρωπου της μεσαίας τάξης θα μπορούσε να αισθανθεί κολακευμένη με το να γίνει βουλευτής μίας πιστής αντιπολίτευσης, ή ακόμη και μέλος της κυβέρνησης της Αυτοκρατορίας, αν και βέβαια υπάρχει σε μεγάλο βαθμό και αυτό το αίσθημα.
Ας αρκεστούμε να πούμε ότι η ίδια αστική κοινή γνώμη που σε μέρες ηρεμίας τους επιτρέπει να βρίσκονται στην αντιπολίτευση, στις αποφασιστικές στιγμές, όταν κρίνεται η ζωή ή ο θάνατος της αστικής τάξης, ή τουλάχιστον τα πιο σημαντικά της συμφέροντα - σ' έναν πόλεμο, μία εξέγερση στην Ιρλανδία ή τις Ινδίες, το μεγάλο λοκ-άουτ του άνθρακα, την ανακήρυξη μιας Σοβιετικής Δημοκρατίας στη Ρωσία - αποδείχτηκε ικανή να τους υποχρεώσει να πάρουν την πολιτική θέση που ήταν απαραίτητη στην καπιταλιστική τάξη. Χωρίς να θέλουμε με κανέναν τρόπο να αποδώσουμε στην προσωπικότητα του κ. Χέντερσον κάποια τιτάνια χαρακτηριστικά που βέβαια δεν έχει, μπορούμε με βεβαιότητα να θεωρήσουμε ότι ο κ. Χέντερσον σαν κεφαλή του "Εργατικού Κόμματος" είναι βασικός στυλοβάτης της αστικής κοινωνίας στη Βρετανία. Γιατί στα κεφάλια των διαφόρων Χέντερσον, τα θεμελιώδη στοιχεία της αστικής εκπαίδευσης και οι αποσπασματικές φλοίδες του σοσιαλισμού γίνονται ένα σώμα με τη βοήθεια του παραδοσιακού τσιμέντου της θρησκείας. Το ζήτημα της οικονομικής χειραφέτησης του βρετανικού προλεταριάτου δεν μπορεί να τεθεί στα σοβαρά όσο το εργατικό κίνημα δεν έχει ξεκαθαρίσει τις γραμμές του από τέτοιους ηγέτες, οργανώσεις και διαθέσεις που είναι η ενσάρκωση της άτολμης, δουλοπρεπούς, δειλής και ποταπής υποταγής των εκμεταλλευόμενων στην κοινή γνώμη των εκμεταλλευτών. Ο εσωτερικός αστυνομικός πρέπει να αποδιωχτεί πριν μπορέσει να ανατραπεί ο εξωτερικός.
Η Κομουνιστική Διεθνής διδάσκει τους εργάτες να μεταχειρίζονται την κοινή γνώμη της αστικής τάξης με περιφρόνηση, και πάνω απ' όλα να χλευάζουν αυτούς τους "σοσιαλιστές" που σέρνονται στις κοιλιές τους μπροστά στις εντολές της αστικής τάξης. Δεν πρόκειται για επιδεικτική περιφρόνηση, ούτε για λυρικές κατάρες και βρισιές - οι ποιητές της ίδιας της μπουρζουαζίας πολλές φορές έκαναν τις τρίχες της να σηκωθούν με τις τολμηρές προκλήσεις τους, ειδικά στα θέματα της θρησκείας, του γάμου και της οικογένειας - αλλά για την βαθιά εσωτερική ανεξαρτησία της προλεταριακής πρωτοπορίας από τις πνευματικές φάκες και παγίδες των αστών, για τη νέα επαναστατική κοινή γνώμη που θα επιτρέψει στο προλεταριάτο, όχι απλά με λόγια αλλά με πράξεις, όχι με υβρεολόγια αλλά όπου είναι απαραίτητο με κλωτσιές, να ποδοπατήσει όλες τις αστικές εντολές και να βαδίσει προς τον επαναστατικό στόχο που έχει ελεύθερα επιλέξει, και που είναι ταυτόχρονα η αντικειμενική απαίτηση της ιστορίας.
[55]: Στις 9 Ιανουαρίου 1905, μια ειρηνική πορεία εργατών με επικεφαλής τον παπά Γκαπόν, που αργότερα αποδείχτηκε ότι ήταν πράκτορας των μυστικών υπηρεσιών, πήγε στο παλάτι του Τσάρου να του επιδώσει ψήφισμα με τα αιτήματά της. Ο στρατός επιτέθηκε στην πορεία και ακολούθησε σφαγή. Τα γεγονότα αυτά αποτέλεσαν την απαρχή της επανάστασης του 1905. (σ.τ.μ.)