Ψευδώνυμο του εβραϊκής καταγωγής Ρώσου δημοσιογράφου και πολιτικού Καρλ Σόμπελσον (Karl Sobelsohn). Σπούδασε στα πανεπιστήμια της Κρακοβίας και της Βέρνης και σε μικρή ηλικία μετείχε στην αποτυχημένη εξέγερση της Βαρσοβίας το 1905. Συνελήφθη για τη δράση του και παρέμεινε έγκλειστος σε ρωσική φυλακή περίπου για έναν χρόνο. Μετά την αποφυλάκισή του συνέχισε την επαναστατική του δραστηριότητα, υποστηρίζοντας τους μπολσεβίκους και αρθρογραφώντας σε παράνομα μαρξιστικά έντυπα, από την Ελβετία όπου διέμενε. Μετά την Οκτωβριανή επανάσταση του 1917 επέστρεψε στη Ρωσία και τον επόμενο χρόνο εστάλη από το Κομουνιστικό Κόμμα Σοβιετικής Ένωσης στη Γερμανία για να βοηθήσει στην αναδιοργάνωση του εκεί Κομουνιστικού Κόμματος. Συνελήφθη τον Φεβρουάριο του 1919 και παρέμεινε φυλακισμένος έως τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου. Επέστρεψε στη Σοβιετική Ένωση, όπου εξελέγη γραμματέας της Κομουνιστικής Διεθνούς και με αυτήν του την ιδιότητα γύρισε στη Γερμανία το 1923, για να προετοιμάσει την κομουνιστική επανάσταση. Η αποτυχία της φθινοπωρινής εξέγερσης του 1923 οδήγησε στην καθαίρεσή του από το αξίωμα του γραμματέα της Κομουνιστικής Διεθνούς (1924), ενώ η υποστήριξή του προς τον Τρότσκι τον έφερε σε σύγκρουση με τον Στάλιν. Το 1927 διεγράφη από το ΚΚΣΕ και εξορίστηκε στα Ουράλια. Δύο χρόνια αργότερα αποκήρυξε τις απόψεις του και αποκαταστάθηκε. Αρθρογράφησε στην εφημερίδα Ισβέστια (1931-36), ενώ διετέλεσε και μέλος της επιτροπής σύνταξης του προσχεδίου του σοβιετικού συντάγματος του 1936. Τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου, όμως, κατηγορήθηκε για συμμετοχή σε τροτσκιστική συνομωσία και τον Ιανουάριο του 1937 καταδικάστηκε σε δεκαετή κάθειρξη. Το 1988 το Ανώτατο Δικαστήριο της Σοβιετικής Ένωσης αποκατέστησε τη μνήμη του.